Η ελληνική κυβέρνηση θέλει να πετύχει 50% συμμετοχή στο πρόγραμμα επαναγοράς ομολόγων ή να αποσύρει 30 δισεκατομμύρια ευρώ χρέους, μετά από την ανακοίνωση των όρων του buy back, σύμφωνα με την Citigroup.
Όπως επισημαίνει ο Valentin Marinov, επικεφαλής της CitiFX Pro, η μέση τιμή εξαγοράς για όλες τις εκδόσεις διαμορφώνεται κοντά στα 33 σεντς του ευρώ, και τονίζει πως οι λεπτομέρειες της επαναγοράς είναι αντίστοιχες με τις προσδοκίες της επαναγοράς.
Ωστόσο σημιεώνει ότι το ρίσκο παραμένει για το επίπεδο του «κουρέματος» του μακροπρόθεσμου χρέους, εκτός των 10ετών ομολόγων, καθώς οι επενδυτές μπορεί να θεωρήσουν τους όρους λιγότερο γενναιόδωρους.
Και σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Reuters σε ότι αφορά το buyback, φαίνεται πως εάν η τιμή της επαναγοράς διαμορφώθηκε σύμφωνα με το κλείσιμο της 23ης Νοεμβρίου, τότε ακόμη και μία συμμετοχή ύψους 50% θα ήταν αρκετή για να είναι το deal επιτυχές.
Όπως αναφέρει το πρακτορείο, σε αυτήν την περίπτωση, η ελληνική κυβέρνηση θα χρειαστεί να δαπανήσει μόλις 8,7 δις. ευρώ για αν επαναγοράσει το χρέος, αξίας 31,5 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Σύμφωνα με την Deutsche Bank, υπάρχουν τέσσερις λόγοι που η συμφωνία επαναγοράς χρέους για την Ελλάδα, καθώς και όλο το πακέτο τ ςσυμφωνίας του Eurogroup, θα διατηρήσει την αισοδοξία και την θετική εικόνα στις αγορές.
Πρώτον, το αποτέλεσμα της συμφωνίας επιβεβαιώνει ότι προς το παρόν, είναι προς το συμφέρον όλων των μερών (συμπεριλαμβανομένων και των μη-ευρωπαϊκών μετόχων του ΔΝΤ) για να αποφευχθεί μια συστημική κρίση, όσο η Ελλάδα προσπαθεί να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις. Αν αυτό ισχύσει για την Ελλάδα, τότε είναι ακόμα πιο πιθανό να εφαρμοστεί σε λιγότερο προβληματικές χώρες με μικρότερα ποσά, όπως η Πορτογαλία και η Ιρλανδία.
Δεύτερον, η ΕΚΤ συνέβαλε στο deal με τη μη-μείωση του ποσού που διατίθενται μέσω του ELA και, ενδεχομένως, με τη μετακύλιση των ομολόγων που έχουν οι εθνικές κεντρικές τράπεζες. Αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να προσφέρει πρόσθετες πηγές χρηματοδότησης για την Ελλάδα (μέσω εκδόσεων εντόκων γραμματίων που θα μπορούσαν να αγοραστούν από τις ελληνικές τράπεζες), και ως αποτέλεσμα, θα μπορούσε ενδεχομένως να προσφέρει επιπλέον πηγές χρηματοδότησης για την Ελλάδα καθώς και κάποιο «μαξιλάρι» στο πρόγραμμα.
Τρίτον, οι πιστώτριες χώρες έχουν de facto αποδεχτεί ένα σημαντικό κούρεμα στην Καθαρή Παρούσα Αξία (ΚΠΑ) των δανείων τους.
Και τέλος, η διατύπωση της δήλωσης Eurogroup ήταν προσεκτική έτσι ώστε να μην προβαίνει σε καμία αυτόματη σύνδεση μεταξύ της επιτυχίας της επαναγοράς ομολόγων και της χρηματοδότησης που παρέχεται στην Ελλάδα. Αυτό μειώνει τον κίνδυνο εκτέλεσης που σχετίζεται με την διαχείριση των ζημιών.