Ο υπουργός Εξωτερικών της Ιταλίας Αντόνιο Ταγιάνι εξέφρασε τις ανησυχίες του για την πίεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) προς την UniCredit, έναν ιταλικό τραπεζικό κολοσσό, να αποσύρει τις δραστηριότητές της από τη Ρωσία. Ο Tajani εξέφρασε τις απόψεις του σε συνέντευξη Τύπου την Παρασκευή, δηλώνοντας ότι η ΕΚΤ ενδέχεται να έχει υπερβεί την εξουσία της στο θέμα αυτό.
Η ΕΚΤ έχει εντείνει τις απαιτήσεις της προς τις τράπεζες της ευρωζώνης που έχουν ρωσικές δεσμεύσεις να παρουσιάσουν ένα οριστικό σχέδιο για την έξοδο από τη ρωσική αγορά. Η πίεση αυτή έρχεται περισσότερα από δύο χρόνια μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, με αυξημένο έλεγχο τόσο από τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές όσο και από τις αρχές των ΗΠΑ.
Η UniCredit, η οποία διαχειρίζεται την 15η μεγαλύτερη τράπεζα της Ρωσίας με βάση το ενεργητικό της, την AO UniCredit, με 56 υποκαταστήματα και περίπου 3.150 εργαζόμενους πλήρους απασχόλησης, αποκάλυψε την περασμένη εβδομάδα την πρόθεσή της να αμφισβητήσει τους όρους της ΕΚΤ. Η τράπεζα ζητά απόφαση από το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ και έχει ζητήσει την αναστολή της οδηγίας της ΕΚΤ έως ότου εκδοθεί απόφαση. Ενώ οι δικαστικές αποφάσεις συνήθως διαρκούν περίπου 20 μήνες, η ετυμηγορία σχετικά με την αναστολή θα μπορούσε να εκδοθεί μέσα σε λίγες εβδομάδες.
Η στάση της ιταλικής κυβέρνησης εμφανίζεται διχασμένη στο θέμα. Ο διοικητής της Τράπεζας της Ιταλίας Φάμπιο Πανέτα, τον Μάιο, συνέστησε στις ιταλικές τράπεζες να αποχωρήσουν από τη Ρωσία λόγω των πιθανών κινδύνων για τη φήμη τους. Ωστόσο, πηγή προσκείμενη στον πρωθυπουργό Τζόρτζια Μελόνι ανέφερε την Τετάρτη ότι η κυβέρνηση δεν εμπλέκεται στη διαμάχη της UniCredit με την ΕΚΤ.
Ο Ταγιάνι υπερασπίστηκε την κίνηση της UniCredit να ζητήσει δικαστική παρέμβαση σε επίπεδο ΕΕ, τονίζοντας τη σημασία της προστασίας των ιταλικών εταιρειών που τηρούν τις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στη Ρωσία. Διευκρίνισε ότι η προσφυγή σε δικαστήριο της ΕΕ είναι ένα μέσο για την αναζήτηση διευκρινίσεων σχετικά με ασαφείς κανονισμούς και δεν αποτελεί πράξη περιφρόνησης κατά της ΕΚΤ.
Ο υπουργός Εξωτερικών παρατήρησε περαιτέρω ότι είναι παράλογο να αναμένεται από τις εταιρείες να υποστούν οικονομική ζημία λόγω των απαιτήσεων απόσυρσης. Τα σχόλιά του αντανακλούν μια ευρύτερη ανησυχία σχετικά με τον αντίκτυπο των ρυθμιστικών πιέσεων στις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία.
Το Reuters συνέβαλε σε αυτό το άρθρο.Aυτό το άρθρο μεταφράστηκε με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης. Για περισσότερες πληροφορίες, δείτε τους Όρους Χρήσης