Η UBS ανακοίνωσε την ολοκλήρωση της συγχώνευσής της με τις ελβετικές δραστηριότητες της Credit Suisse, σηματοδοτώντας μια σημαντική ενοποίηση στον ελβετικό χρηματοπιστωτικό τομέα. Η ενοποιημένη οντότητα, που λειτουργεί πλέον υπό την επωνυμία UBS Switzerland, έχει αναλάβει όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που κατείχε προηγουμένως η Credit Suisse (Schweiz) AG.
Ως συνέπεια της συγχώνευσης, ο Andre Helfenstein, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Credit Suisse Ελβετίας, επέλεξε να αποχωρήσει από την τράπεζα. Η ενσωμάτωση αποτελεί βασικό βήμα στον απόηχο της εξαγοράς της Credit Suisse από την UBS, η οποία ολοκληρώθηκε πέρυσι.
Η Sabine Keller-Busse, πρόεδρος της UBS Ελβετίας, τόνισε τη σημασία αυτής της εξέλιξης στη συνεχιζόμενη διαδικασία ολοκλήρωσης. Η ίδια περιέγραψε ότι η πλειονότητα των συναλλαγών των πελατών εντός της Ελβετίας θα μεταβεί στην πλατφόρμα της UBS το 2025, διασφαλίζοντας την ομαλή μεταφορά για τους πελάτες. Η Keller-Busse διαβεβαίωσε ότι οι ενημερώσεις θα παρέχονται στους πελάτες με προσαρμοσμένο τρόπο καθ' όλη τη διάρκεια της σταδιακής διαδικασίας μετάβασης.
Η συγχώνευση δεν αποτελεί μόνο μια διαρθρωτική αλλαγή, αλλά θέτει επίσης τις βάσεις για να προχωρήσει η UBS στη στρατηγική της για τη μείωση των θέσεων εργασίας. Η τράπεζα έχει ξεκινήσει τη μεταφορά των πελατών της Credit Suisse στο Χονγκ Κονγκ και τη Σιγκαπούρη και βρίσκεται σε καλό δρόμο για την κατάργηση περίπου 3.000 θέσεων εργασίας στην Ελβετία στο πλαίσιο του ευρύτερου σχεδίου της. Οι αναλυτές προβλέπουν ότι η μείωση του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού θα μπορούσε να ξεπεράσει τους 30.000 υπαλλήλους.
Αυτή η ενοποίηση έχει προκαλέσει συζητήσεις στην Ελβετία σχετικά με την ενισχυμένη παρουσία της UBS στην αγορά, ιδίως στους τομείς των δανείων και του χρέους. Παρά τις ανησυχίες που εκφράστηκαν σχετικά με το ενδεχόμενο μείωσης του ανταγωνισμού, η χρηματοπιστωτική ρυθμιστική αρχή της Ελβετίας έκρινε τον περασμένο μήνα ότι η εξαγορά δεν δημιουργεί ζητήματα ανταγωνισμού. Η απόφαση αυτή ελήφθη αφού η αντιμονοπωλιακή αρχή της χώρας πρότεινε ότι η συμφωνία δικαιολογεί στενότερη εξέταση.
Το Reuters συνέβαλε σε αυτό το άρθρο.Aυτό το άρθρο μεταφράστηκε με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης. Για περισσότερες πληροφορίες, δείτε τους Όρους Χρήσης