Υπάρχουν σημάδια βελτίωσης, αλλά δεν πρέπει να προτρέχουμε: Αυτό είναι το συμπέρασμα που προκύπτει από τις δύο συνεντεύξεις - στη «Der Handelsblatt» και στο Reuters - του υπουργού Οικονομικών, κ. Ι. Στουρνάρα, ο οποίος και συνιστά «υπομονή», καθώς οι κίνδυνοι της κρίσης αν και απομακρύνονται, δεν έχουν εξαλειφθεί. Ο Υπουργός, άλλωστε, δεν παραλείπει να υπογραμμίσει τη σημασία των μεταρρυθμίσεων για την έξοδο από την ύφεση. Λαμβάνοντας υπ'όψιν το περιεχόμενο και των δύο συνεντεύξεων του Υπουργού, ο ίδιος είναι αισιόδοξος για την επίτευξη - έστω και μικρού - πλεονάσματος το 2013, εκτιμώντας πως το πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο το 2013 θα είναι καλύτερο από την πρόβλεψη της Τρόικας, καταγράφοντας πλεόνασμα 0,4% του ΑΕΠ. Αναφορικά με τις πηγές ανάπτυξης, ο κ. Στουρνάρας αναφέρεται στους τομείς των εξαγωγών, των ιδιωτικών και δημοσίων επενδύσεων, στη γεωργία, στη βιομηχανία και στον τουρισμό. Ακόμη, στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων, τονίζει πως ο στόχος για έσοδα 2,6 δισ. ευρώ εφέτος από τις αποκρατικοποιήσεις αναμένεται να επιτευχθεί και ανέφερα πως ο τραπεζικός τομέας έχει σχεδόν ολοκληρώσει τη διαδικασία ενοποίησης μέσω ενός κύματος συγχωνεύσεων και πιθανόν να μη χρειασθεί και τα 50 δισ. ευρώ που προβλέπονται για την ανακεφαλαιοποίησή του. Χαρακτηριστικό είναι πως ο κ. Στουρνάρας και στις δύο συνεντεύξεις, αποκλείει το ενδεχόμενο περαιτέρω «κουρέματος» του ελληνικού χρέους. Η συνένετευξη στη «Der Handelsblatt» Αισιόδοξος για έξοδο της ελληνικής οικονομίας από την ύφεση περί τα τέλη του έτους, για επίτευξη μικρού πλεονάσματος, αλλά και για σταθερή αύξηση του ΑΕΠ το 2014, εμφανίζεται ο κ. Γιάννης Στουρνάρας, σε συνέντευξη που παραχωρεί στη σημερινή έκδοση της γερμανικής οικονομικής εφημερίδας «Der Handelsblatt».
Ο κ. Στουρνάρας τονίζει ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος από αυτόν της δημοσιονομικής εξυγίανσης και εκφράζει την ελπίδα ότι το πρόσφατο πακέτο μέτρων θα είναι το τελευταίο, ενώ παραδέχεται ότι το μνημόνιο συνεπάγεται παραχώρηση κυριαρχίας σε ό,τι αφορά τον προϋπολογισμό.
«Ανακτούμε την εμπιστοσύνη» είναι ο τίτλος της δισέλιδης συνέντευξης του Έλληνα υπουργού στην Handelsblatt, με τον κ. Στουρνάρα να αναφέρεται στα πρώτα δείγματα προόδου που έχει πετύχει η χώρα, με τη μείωση του ελλείμματος και την εφαρμογή όλων των μεταρρυθμίσεων της τρόικας και να σημειώνει ότι προτεραιότητα της κυβέρνησης αποτελεί η αποκατάσταση της αξιοπιστίας της χώρας. «Αυτή είναι η προτεραιότητά μας και έχουμε τις πρώτες επιτυχίες- οι καταθέσεις στις τράπεζες συνεχώς αυξάνονται, η απόδοση των ομολόγων μας υποχωρεί, οι αγορές πιστεύουν ότι η Ελλάδα θα τα καταφέρει και υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για τα σχέδια αποκρατικοποιήσεων. Πέραν αυτού, οι ελληνικές εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 13%. Αυτό δείχνει ότι ανακτούμε την αξιοπιστία μας», δηλώνει ο υπουργός και τονίζει ότι «δεν υπάρχει άλλος δρόμος από αυτόν, όπου η Ελλάδα καλείται να πετύχει ορισμένους στόχους δημοσιονομικής εξυγίανσης».
Παραδέχεται, ωστόσο, ότι αν μπορούσε να καθορίσει ο ίδιος την ατζέντα, η διαδικασία της προσαρμογής θα ήταν περισσότερο σταδιακή, προκειμένου να μετριαστεί η σκληρότητα. Απαντώντας σε ερώτηση κατά πόσο μπορεί να υποσχεθεί στους Έλληνες ότι το πρόσφατο πακέτο περικοπών θα είναι το τελευταίο, ο υπουργός Οικονομικών δηλώνει: «Αν πάνε όλα καλά, θα είναι το τελευταίο» ενώ σε ό,τι αφορά στο ενδεχόμενο δεύτερης αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, σημειώνει ότι «αυτό έχει ήδη συμβεί, δεδομένου ότι μείωση των επιτοκίων για τις πιστώσεις προς την Ελλάδα, την οποία αποφάσισε το Eurogroup, σημαίνει μείωση της επιβάρυνσης του χρέους σε ποσοστό 10%, ενώ άλλο ένα 10% προήλθε από την επαναγορά ελληνικών ομολόγων». Εκφράζει δε την αισιοδοξία του ότι «είναι δυνατό να επιτευχθεί ένα μικρό πλεόνασμα κατά το τρέχον έτος», ενώ «το 2014 θα μπορούσε να είναι το έτος κατά το οποίο θα υπάρξει και πάλι σταθερή αύξηση του ΑΕΠ». Ερωτηθείς σχετικά με το από πού θα προέλθει η ανάπτυξη, ο κ. Στουρνάρας αναφέρεται στους τομείς των εξαγωγών, των ιδιωτικών και δημοσίων επενδύσεων, αλλά και στη γεωργία, τη βιομηχανία και τον τουρισμό. Ειδικά για τον τελευταίο, επισημαίνει ότι οι ενδείξεις για το 2013 είναι θετικές.
Ο υπουργός Οικονομικών ερωτάται ακόμη για το καθεστώς φορολόγησης των εφοπλιστών στην Ελλάδα και εξηγεί ότι πρόκειται για πρόβλεψη στα Συντάγματα του 1953 και του 1975. Διευκρινίζει, πάντως, ότι ο ίδιος έχει άλλη άποψη και δηλώνει ότι μαζί με τον πρωθυπουργό διαπραγματεύεται με την Ένωση Εφοπλιστών ένα Μνημόνιο Κατανόησης, μια οικειοθελή συμφωνία, προκειμένου να πληρώνουν περισσότερους φόρους.
Ο δημοσιογράφος υπενθυμίζει στον κ. Στουρνάρα ότι ανήκε στην ομάδα που διαπραγματεύτηκε την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ και αναφέρεται στις κατηγορίες που θέλουν την τότε κυβέρνηση να έχει αποκρύψει δημοσιονομικά στοιχεία. «Αχ, αυτά τα έχω απαντήσει τόσες φορές...», δηλώνει ο υπουργός και ξεκαθαρίζει ότι οι κατηγορίες δεν ευσταθούν, σημειώνοντας: «Αρκεί κάποιος να δει τα αναθεωρημένα στοιχεία της Eurostat. Η Ελλάδα εντάχθηκε στην ΟΝΕ με έλλειμμα 3,06%. Άλλες χώρες ήταν σε πολύ χειρότερη κατάσταση. Η κατηγορία ότι εμείς παραποιήσαμε τα στοιχεία του προϋπολογισμού είναι εντελώς παράλογη».
Ο κ. Στουρνάρας τάσσεται υπέρ της περαιτέρω εμβάθυνσης της πολιτικής και οικονομικής ένωσης στην Ευρώπη και τονίζει ότι, αν η Ευρώπη θέλει να προστατεύσει το ευρώ, θα πρέπει η Νομισματική Ένωση να εξελιχθεί σε Οικονομική Ένωση. Ερωτώμενος εάν αυτό θα σήμαινε και έκδοση ευρωομολόγου, απαντά ότι αυτός ο δρόμος καταλήγει προς τα εκεί και προσθέτει: «Η Ευρωζώνη χρειάζεται να έχει κοινή πολιτική χρέους και αυτό σημαίνει, σε τελική ανάλυση, παραχώρηση εθνικής κυριαρχίας σε θέματα προϋπολογισμού. Αυτό το βιώνουν ήδη οι Έλληνες με την τρόικα και μερικές φορές είναι πολύ σκληρό... Τώρα είμαι κάπως πιο χαλαρός, διότι αισθάνομαι ότι ανακτούμε την εμπιστοσύνη».
Δεχόμενος τα συγχαρητήρια του συντάκτη της εφημερίδας για την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος, ο υπουργός Οικονομικών τονίζει ότι τα συγχαρητήρια ανήκουν στον πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος, όπως λέει, φρόντισε ώστε να συμμετέχουν όλοι οι υπουργοί. «Μόνος δεν θα τα είχα καταφέρει», δηλώνει, ενώ σε σχόλιο ότι έχει την πιο άχαρη δουλειά στην Ελλάδα, απαντά χαριτολογώντας: «Όχι, στον κόσμο!».
Η συνέντευξη στο Reuters «Υπάρχουν ενδείξεις ότι η Ελλάδα αρχίζει να βγαίνει από την κρίση χρέους, αλλά η χώρα πρέπει να αντέξει τις εσωτερικές πιέσεις για επιβράδυνση των οικονομικών μεταρρυθμίσεων», δήλωσε ο κ.Γιάννης Στουρνάρας σε συνέντευξή του στο ειδησεογραφικό πρακτορείο Reuters. «Αντιμετωπίζουμε μία τεράστια κρίση, δεν έχουμε φύγει ακόμη από τη καυτή ζώνη της χρεοκοπίας», δήλωσε ο υπουργός, προσθέτοντας: «Πηγαίνουμε καλύτερα, αλλά δεν μπορούμε να πούμε ότι έχουμε ξεφύγει εντελώς τον κίνδυνο. Το 2013 θα καθορίσει, αν θα συμβεί αυτό. Οι πολίτες πρέπει να δείξουν υπομονή και αλληλεγγύη», τόνισε ο υπουργός.
«Αυτό που με τρομάζει είναι η μεγάλη πίεση από την κοινωνία, τα μέσα ενημέρωσης και τους βουλευτές όλων των κομμάτων να χαλαρώσει το πρόγραμμα. Πρέπει να αντισταθούμε… είναι πολύ νωρίς να διακηρύξουμε ότι νικήσαμε», σημείωσε ο κ. Στουρνάρας. Σε άλλο σημείο της συνέντευξης, ο υπουργός απέρριψε την ανησυχία ότι η εύθραυστη κυβερνητική πλειοψηφία μπορεί να υποχωρήσει κάτω από πίεση, δηλώνοντας ότι ο Πρωθυπουργός κ. Αντώνης Σαμαράς και τα δύο άλλα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού είναι πλήρως δεσμευμένα.
Αναφερόμενος στις ενδείξεις ότι η Ελλάδα αρχίζει να βγαίνει από την κρίση, ο υπουργός τόνισε ότι τα χρήματα επιστρέφουν στις τράπεζες, οι τιμές των ομολόγων αυξάνονται και το πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο το 2013 θα είναι καλύτερο από την πρόβλεψη της τρόικας, καταγράφοντας πλεόνασμα 0,4% του ΑΕΠ. «Το πρωτογενές έλλειμμα είναι αυτό, στο οποίο κρινόμαστε. Η Τρόικα εκτιμά ότι θα είναι μηδενικό, αλλά εμείς πιστεύουμε ότι θα πάμε λίγο καλύτερα», είπε ο υπουργός, προσθέτοντας: «Αυτό σημαίνει ότι έχουμε καλές πιθανότητες να μειώσουν οι εταίροι μας περαιτέρω το χρέος μας». Ο υπουργός απέκλεισε το ενδεχόμενο η περαιτέρω μείωση του χρέους να γίνει με νέα επαναγορά των ομολόγων που κατέχουν ιδιώτες και ότι δεν υπάρχει συζήτηση για «κούρεμα» του χρέους της Ελλάδας έναντι των εταίρων της. Η μείωση του χρέους θα προκύψει πιθανότατα με άλλους τρόπους, όπως η μείωση των επιτοκίων, σημείωσε.
Ο κ. Στουρνάρας αναγνώρισε ότι η ανεργία, που έφθασε στο 26,8% τον Οκτώβριο, θα χρειασθεί περισσότερο χρόνο για να μειωθεί και αυτό θα συμβεί μόνο μετά από την έναρξη της διαδικασίας ανάπτυξης της οικονομίας, η οποία αναμένεται προς τα τέλη του 2013. «Η ανεργία είναι το μεγάλο αγκάθι. Υπάρχει μία χρονική υστέρηση μεταξύ της αύξησης του ΑΕΠ και της μείωσης της ανεργίας και αυτό είναι ένα σοβαρό οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα», δήλωσε ο υπουργός.
Ο στόχος για έσοδα 2,6 δισ. ευρώ εφέτος από τις αποκρατικοποιήσεις αναμένεται να επιτευχθεί, σημείωσε ο υπουργός, με το ενδιαφέρον να προέρχεται κυρίως από την Κίνα και τη Ρωσία για την πώληση κρατικών επιχειρήσεων, περιλαμβανομένων της ΔΕΠΑ και του ΟΠΑΠ. Ο τραπεζικός τομέας, πρόσθεσε, έχει σχεδόν ολοκληρώσει τη διαδικασία ενοποίησης μέσω ενός κύματος συγχωνεύσεων και πιθανόν να μη χρειασθεί και τα 50 δισ. ευρώ που προβλέπονται για την ανακεφαλαιοποίησή του με τη δανειακή σύμβαση. «Οι συνέργειες από τις συγχωνεύσεις - της Εθνικής με την Eurobank, της Alpha με την Εμπορική, της Πειραιώς με την ΑΤΕ και τη Γενική - δεν έχουν ληφθεί υπόψη», είπε ο υπουργός.
Το Reuters αναφέρει ότι θα είναι δυσκολότερο να διατηρηθεί ο ιδιωτικός χαρακτήρας των τραπεζών, καθώς οι επενδυτές φαίνονται απρόθυμοι να επενδύσουν το 10% των αναγκών τους σε κεφάλαια, για να αποφύγουν την κρατικοποίησή τους. Ο υπουργός επεσήμανε ότι η κυβέρνηση δεν θέλει να διαχειρίζεται κρατικές τράπεζες, αλλά θα τις αναλάβει, αν χρειασθεί, όχι για να κάνει το μάνατζερ, αλλά για να τις εποπτεύσει. «Εάν η κρίση μας έχει διδάξει κάτι, αυτό είναι ότι υπήρξε έλλειμμα στην εποπτεία», δήλωσε.
«Δεν είμαι πολιτικός και αυτό είναι πλεονέκτημα σε μία κρίση» είπε ο υπουργός, προσθέτοντας: «Αυτή την ώρα πιέζομαι από τα μέσα ενημέρωσης, κοινωνικές ομάδες, επαγγελματικές ομάδες, ομάδες ειδικών συμφερόντων, ακόμη και από βουλευτές για ότι μπορείτε να φανταστείτε - να μην κλείσουν κάποιες εφορίες, να μειωθεί ο φόρος για το πετρέλαιο θέρμανσης, να αυξηθούν οι μισθοί, να χαλαρώσει το πρόγραμμα. Δεν θα είμαι αυτός που θα καταστρέψει ότι πετύχαμε με ιδρώτα και δάκρυα τους περασμένους έξι μήνες. Η αξιοπιστία είναι πολύ δύσκολο να οικοδομηθεί και πολύ εύκολο να χαθεί», σημείωσε ο κ. Στουρνάρας.