Ένοχος για απάτη, σύσταση και συμμορία και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα κρίθηκε από δικαστήριο της Νέας Υόρκης ο «αστέρας των κρυπτονομισμάτων» Σαμ Μπάνκμαν-Φράιντ.
Ο μέχρι πρόσφατα προβεβλημένος επιχειρηματίας κατηγορείται ότι εξαπάτησε τους πελάτες του και ξόδεψε εν αγνοία τους κεφάλαια που είχαν καταθέσει στην πλατφόρμα ανταλλαγής κρυπτονομισμάτων FTX, η οποία κήρυξε πτώχευση τον Νοέμβριο του 2022.
Με τα ποσά αυτά τροφοδότησε συναλλαγές και τοποθετήσεις υψηλού κινδύνου επενδυτικής εταιρείας του, Alameda Research.
Γιος καθηγητών νομικής στο πανεπιστήμιο Στάνφορντ, ο Σαμ Μπάνκμαν-Φράιντ είναι πλέον αντιμέτωπος με ποινή ως ακόμη και 110 ετών κάθειρξης. Η ποινή του θα ανακοινωθεί μεταγενέστερα (την 28η Μαρτίου 2024).
Η εισαγγελέας ζήτησε την ενοχή του και τον χαρακτήρισε ταλαντούχο, φιλόδοξο, άνθρωπο ικανό να προκαλεί δέος στο κοινό, στον Τύπο, ακόμα και σε μέλη του Κογκρέσου, όπου είχε καταθέσει τρεις φορές: «πρόκειται για κάποιον που ήθελε να γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ», θύμισε.
Επιδίωκε να κάνει την FTX τη μεγαλύτερη πλατφόρμα κρυπτονομισμάτων στον κόσμο, ποθούσε μεγαλεία, συνέχισε· στην πορεία, δαπάνησε «δισεκατομμύρια από λογαριασμούς πελατών του για να κερδίσει εξουσία» και να «κάνει (δημόσιες) σχέσεις», σφυροκόπησε η εισαγγελική λειτουργός. Έχοντας «την αλαζονεία να νομίζει πως μπορούσε να κάνει απάτη και να ξεφύγει».
Ο Σαμ Μπάνκμαν-Φράιντ αναγνώρισε πως έκανε «μεγάλα λάθη», όμως ισχυρίστηκε πως ποτέ δεν παραβίασε τον νόμο εσκεμμένα. Η υπεράσπιση παρουσίασε τον απόφοιτο του MIT, 31 ετών, ως νεαρό επιχειρηματία χωρίς εμπειρία που ενήργησε με καλή πίστη.
Για να αθωώσει τον κατηγορούμενο, το σώμα ενόρκων θα έπρεπε «να πιστέψει πως δεν καταλάβαινε τίποτα» απ’ όσα συνέβαιναν στις εταιρίες του, αντέτεινε άλλος εισαγγελέας, ο Νίκολας Ρους, συμπληρώνοντας πως έπειτα από τη δίκη «ξέρετε πλέον πως δεν αυτό δεν είναι αλήθεια».
Έπειτα από μερικές ώρες διαβουλεύσεων, οι ένορκοι κατέληξαν σε ετυμηγορία που δεν εξέπληξε κανέναν.
Η υπόθεση άρχισε πριν από έναν χρόνο, όταν ο ιστότοπος CoinDesk, που ειδικεύεται στην κάλυψη ειδησεογραφίας για την οικονομία, ιδίως για τα κρυπτονομίσματα, αποκάλυψε πως μεγάλο μέρος των στοιχείων ενεργητικού της επενδυτικής εταιρείας Alameda Research του Σαμ Μπάνκμαν-Φράιντ (ή «SBF», από τα αρχικά του ονοματεπωνύμου του) στην πραγματικότητα αποτελούνταν από ή συνδέονταν με κρυπτονόμισμα που είχε δημιουργήσει η πλατφόρμα FTX, το FTT, και άλλες προβληματικές ως ύποπτες διαστάσεις της δραστηριότητάς της.
Οι αποκαλύψεις αυτές οδήγησαν στην κατάρρευση του συγκεκριμένου ψηφιακού νομίσματος και της αυτοκρατορίας του SBF μαζί του. Η προσωπική του περιουσία (26 δισεκ. δολάρια, σύμφωνα με το περιοδικό Fortune) εξανεμίστηκε.
Μετά την έκδοσή του από τις Μπαχάμες, όπου βρισκόταν η έδρα της FTX, του απαγγέλθηκαν κατηγορίες και προσήχθη σε δίκη, κυρίως για απάτη και σύσταση και συμμορία.
Η κατάρρευση του ομίλου εταιρειών του κ. Μπάνκμαν-Φράιντ, που παρομοιάστηκε με τις υποθέσεις της Enron και του Μπέρνι Μέιντοφ, είχε προκαλέσει σοκ στις αγορές πέρυσι.
Η υπεράσπισή του σκοπεύει να ασκήσει έφεση.
Αναμένεται να προσαχθεί σε δεύτερη δίκη, για δωροδοκία και τραπεζική απάτη.