Όπως είχαμε προβλέψει, ο Μάριο Ντράγκι υιοθέτησε dovish στάση σε ό,τι αφορά την πορεία του ευρώ και τη νομισματική πολιτική. Το ενιαίο νόμισμα ωστόσο κατέγραψε άνοδο έναντι του δολαρίου, το οποίο «ταλαιπωρήθηκε» αρκετά από τις πολιτικές εξελίξεις στις ΗΠΑ. Η στερλίνα εξακολουθεί να πορεύεται στο ρυθμό των εξελίξεων του Brexit και η περασμένη εβδομάδα δεν ήταν εξαίρεση.
)
Όπως είχαμε αναλύσει και την περασμένη εβδομάδα, οι αγορές περίμεναν τις εξελίξεις γύρω από την πολιτική της ΕΚΤ και πιο συγκεκριμένα τη στάση που θα κρατήσει γύρω από το θέμα του επιτοκίου και του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (QE). Τελικώς ο Μάριο Ντράγκι προτίμησε να κρατήσει χαμηλούς τόνους, κάτι που φάνηκε και από το επιτόκιο βάσης που παρέμεινε στο 0.00%, αλλά και από τη διατήρηση του προγράμματος. Ωστόσο το EUR/USD οδηγήθηκε σε άνοδο από τη δήλωσή του ότι το Σεπτέμβρη θα υπάρξει επανεξέταση του QE, κάτι που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η δημοσιονομική χαλάρωση ίσως τερματιστεί. Ειρήσθω εν παρόδω, μιλώντας για την Ελλάδα, ο πρόεδρος της ΕΚΤ ανέφερε ότι η έξοδος στις αγορές είναι πρόωρη τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Επίσης, το ενδεχόμενο ένταξης της χώρας στο Quantitative Easing φαίνεται να απομακρύνεται μετά την έκθεση του ΔΝΤ στην οποία το χρέος χαρακτηρίζεται ως εξαιρετικά μη βιώσιμο.
Ένας επιπλέον λόγος που οδήγησε στην άνοδο του ευρώ είναι οι συνεχιζόμενοι κυβερνητικοί τριγμοί στις ΗΠΑ. Αυτή τη φορά αφορμή ήταν το «μπλόκο» από το Κογκρέσο στο νομοσχέδιο του Τραμπ για την υγεία, το οποίο φιλοδοξούσε να αντικαταστήσει το Obamacare και αποτελούσε μία από τις κύριες προεκλογικές δεσμεύσεις του νεοεκλεγέντα προέδρου. Η καταψήφισή του επιβεβαίωσε ότι ο Τραμπ δεν είναι και τόσο δημοφιλής μεταξύ των κύκλων του κόμματός του και τον αναγκάζει να επανέλθει με νέο σχέδιο, σαφώς διαφοροποιημένο από το παρόν. Σε γενικότερο πλαίσιο, το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας έδωσε μήνυμα στις αγορές ότι οι φιλόδοξες προεκλογικές δεσμεύσεις του μεγιστάνα ίσως να μην είναι τόσο εύκολο να εκπληρωθούν, εξ’ ου και η πτώση του δολαρίου.
Ως συνήθως, θα κλείσουμε με μία αναφορά και στη στερλίνα, η οποία συνεχίζει να εξαρτάται από τη διαδικασία του Brexit. Ακόμα κι αν οι τόνοι έχουν πέσει τελευταία, οι παρασκηνιακές διαβουλεύσεις εντείνονται και ό,τι βγαίνει προς τα έξω λαμβάνεται πολύ σοβαρά υπόψιν. Η τελευταία εξέλιξη περιελάμβανε τη διαφωνία μεταξύ Βρετανίας και ΕΕ στο τελικό ποσό που θα πρέπει η πρώτη να πληρώσει για την έξοδό της από την Ένωση. Αν και οι εκπρόσωποι της Βρετανικής κυβέρνησης αποδέχονται ότι θα πρέπει το Ηνωμένο Βασίλειο να καταβάλλει ένα ποσό, διαφωνούν με τους εκπροσώπους της Κομισιόν σχετικά με το ύψος του. Αυτή η εξέλιξη από μόνη της ήταν αρκετή για να οδηγήσει τη στερλίνα σε πτώση, καθώς η αβεβαιότητα εντείνεται, ενώ πλέον υπάρχουν ακόμα και εκτιμήσεις ότι ίσως να μη μπορέσει να υπάρξει μια πλήρης εμπορική συμφωνία μέχρι το τέλος των διαπραγματεύσεων.
Η εβδομάδα που έρχεται είναι σχετικά ήρεμη σε ΕΕ και Βρετανία από άποψης δεικτών. Αντίθετα, υπάρχουν αρκετές ανακοινώσεις στις ΗΠΑ τις οποίες μπορούμε να εκμεταλλευτούμε για να τοποθετηθούμε υπέρ του δολαρίου. Ιδιαίτερη βαρύτητα αποκτά η συνεδρίαση για την απόφαση επιτοκίου την ερχόμενη Τετάρτη, όχι τόσο για το επιτόκιο αυτό καθ’ εαυτό (εκτός απροόπτου θα παραμείνει στο 1.25%), όσο για τις εκτιμήσεις της Fed για τη νομισματική πολιτική των ΗΠΑ. Παρά το γεγονός ότι οι εξελίξεις στο πολιτικό επίπεδο αποτελούν παράγοντα ρίσκου, οι οικονομικοί δείκτες των ΗΠΑ έχουν δώσει θετικά σημάδια σε ό,τι αφορά την αμερικανική οικονομία. Επίσης, σημαντικό ρόλο θα παίξει και η ανακοίνωση του ΑΕΠ την Παρασκευή, με τις πρώτες εκτιμήσεις να είναι συγκρατημένα αισιόδοξες. Με βάση τα παραπάνω, θα πάμε short ξανά στα EUR/USD και GBP/USD.
*Tip: Σημειώστε ότι η όποια δήλωση για ενδεχόμενο balance sheet reduction κατά πάσα πιθανότητα θα οδηγήσει το δολάριο σε άνοδο. Το balance sheet reduction ουσιαστικά αναφέρεται σε μία… ανάποδη διαδικασία από την ποσοτική χαλάρωση. Κατά τη διάρκεια της κρίσης στις ΗΠΑ, η Fed αγόραζε ομόλογα, κάτι που σταμάτησε το 2014. Η αξία τους κυμαίνεται αυτή τη στιγμή στα 4.5 τρις δολάρια. Έχει ήδη ανακοινωθεί ότι η έναρξη της διαδικασίας πώλησής τους θα ξεκινήσει το Σεπτέμβριο, ωστόσο ας μην αποκλείουμε μία πρόωρη έναρξη, δεδομένων των προαναφερθέντων συνθηκών στην αμερικανική οικονομία.
)
Αρχικό άρθρο