Η παροχή κινήτρων στους ιδιώτες δανειστές για την αναχρηματοδότηση των ελληνικών ομολόγων που έχουν στο χαρτοφυλάκιό τους, είναι ένα θέμα που πρέπει να εξεταστεί, δήλωσε στην εφημερίδα Wall Street Journal ο Τσαρλς Νταλάρα, διευθύνων σύμβουλος του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (Institute of International Finance, IFC) που είναι ο σύνδεσμος των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο.
«Η εξέταση της δυνατότητας να ενισχυθεί η ποιότητα των νέων πιστώσεων πρέπει να αποτελέσει μέρος της συζήτησης, με δεδομένο ότι αυτές θα είναι πραγματικά εθελοντικές και για να αποφευχθεί ένα πιστωτικό γεγονός», δήλωσε στην εφημερίδα.
Ο κ. Νταλάρα έχει μεγάλη εμπειρία επί ζητημάτων αναχρηματοδότησης κρατικού χρέους, καθώς διετέλεσε στέλεχος του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών επί μία 15ετία, στο μεγαλύτερο διάστημα της οποίας εργάσθηκε για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους των χωρών της Λατινικής Αμερικής κατά τη δεκαετία του 1980.
Θεωρείται, όπως αναφέρει το δημοσίευμα της WSJ, ένας από τους αρχιτέκτονες του σχεδίου Μπρέιντι (από το όνομα του τότε υπουργού Οικονομικών Νίκολας Μπρέιντι), με το οποίο δόθηκαν κίνητρα στις τράπεζες για να κάνουν παραχωρήσεις όσον αφορά τα δάνεια που είχαν χορηγήσει σε λατινοαμερικανικές χώρες.
Το δημοσίευμα αναφέρει ότι - αν και έχει συζητηθεί το ζήτημα των κινήτρων, όπως της χορήγησης
στα νέα ομόλογα υψηλότερης διασφάλισης σε σχέση με τα παλαιά ομόλογα - οι
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δεν φαίνεται να έχουν κινηθεί στην κατεύθυνση μίας λύσης
αντίστοιχης με το σχέδιο Μπρέιντι.
Ο κ. Νταλάρα έκανε τις δηλώσεις στην WSJ από την Αθήνα, όπου βρίσκεται, σύμφωνα με την εφημερίδα, για να συζητήσει με Έλληνες πολιτικούς, αξιωματούχους και τραπεζίτες.
Ο ίδιος είπε ότι εργάζεται ατύπως για λογαριασμό των τραπεζών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που είναι μέλη του IIF, προκειμένου να συζητήσει πώς θα μπορούσαν οι ιδιώτες πιστωτές να συμβάλουν στο νέο πακέτο βοήθειας. Θεωρεί ότι θα είναι δυσκολότερο να συμμετάσχουν οι ιδιώτες ομολογιούχοι σε ένα νέο πρόγραμμα για την Ελλάδα, σε σχέση με ό,τι συνέβη με την
πρωτοβουλία Μπρέιντι.
«Είναι ένας στενός δρόμος. Δεν θα το αρνηθώ», δήλωσε, προσθέτοντας: «Δεν θα είναι εύκολο, αλλά δεν νομίζω ότι είναι αδύνατο».
Ο ρόλος των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης και της αγοράς των ασφάλιστρων έναντι του κινδύνου χρεοκοπίας (CDS), εξηγεί, θέτει τώρα περισσότερους περιορισμούς σε σχέση με τη
δεκαετία του 1980. Από την άλλη πλευρά, σημειώνει ότι η κατάσταση των ευρωπαϊκών τραπεζών και ασφαλιστικών εταιριών που είναι σήμερα εκτεθειμένες στο ελληνικό χρέος είναι πολύ πιο υγιής σε όρους κεφαλαιακής δομής σε σχέση με αυτή των αμερικανικών και ιαπωνικών τραπεζών στα τέλη της δεκαετίας του 1980.
«Η εξέταση της δυνατότητας να ενισχυθεί η ποιότητα των νέων πιστώσεων πρέπει να αποτελέσει μέρος της συζήτησης, με δεδομένο ότι αυτές θα είναι πραγματικά εθελοντικές και για να αποφευχθεί ένα πιστωτικό γεγονός», δήλωσε στην εφημερίδα.
Ο κ. Νταλάρα έχει μεγάλη εμπειρία επί ζητημάτων αναχρηματοδότησης κρατικού χρέους, καθώς διετέλεσε στέλεχος του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών επί μία 15ετία, στο μεγαλύτερο διάστημα της οποίας εργάσθηκε για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους των χωρών της Λατινικής Αμερικής κατά τη δεκαετία του 1980.
Θεωρείται, όπως αναφέρει το δημοσίευμα της WSJ, ένας από τους αρχιτέκτονες του σχεδίου Μπρέιντι (από το όνομα του τότε υπουργού Οικονομικών Νίκολας Μπρέιντι), με το οποίο δόθηκαν κίνητρα στις τράπεζες για να κάνουν παραχωρήσεις όσον αφορά τα δάνεια που είχαν χορηγήσει σε λατινοαμερικανικές χώρες.
Το δημοσίευμα αναφέρει ότι - αν και έχει συζητηθεί το ζήτημα των κινήτρων, όπως της χορήγησης
στα νέα ομόλογα υψηλότερης διασφάλισης σε σχέση με τα παλαιά ομόλογα - οι
Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δεν φαίνεται να έχουν κινηθεί στην κατεύθυνση μίας λύσης
αντίστοιχης με το σχέδιο Μπρέιντι.
Ο κ. Νταλάρα έκανε τις δηλώσεις στην WSJ από την Αθήνα, όπου βρίσκεται, σύμφωνα με την εφημερίδα, για να συζητήσει με Έλληνες πολιτικούς, αξιωματούχους και τραπεζίτες.
Ο ίδιος είπε ότι εργάζεται ατύπως για λογαριασμό των τραπεζών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων που είναι μέλη του IIF, προκειμένου να συζητήσει πώς θα μπορούσαν οι ιδιώτες πιστωτές να συμβάλουν στο νέο πακέτο βοήθειας. Θεωρεί ότι θα είναι δυσκολότερο να συμμετάσχουν οι ιδιώτες ομολογιούχοι σε ένα νέο πρόγραμμα για την Ελλάδα, σε σχέση με ό,τι συνέβη με την
πρωτοβουλία Μπρέιντι.
«Είναι ένας στενός δρόμος. Δεν θα το αρνηθώ», δήλωσε, προσθέτοντας: «Δεν θα είναι εύκολο, αλλά δεν νομίζω ότι είναι αδύνατο».
Ο ρόλος των οίκων πιστοληπτικής αξιολόγησης και της αγοράς των ασφάλιστρων έναντι του κινδύνου χρεοκοπίας (CDS), εξηγεί, θέτει τώρα περισσότερους περιορισμούς σε σχέση με τη
δεκαετία του 1980. Από την άλλη πλευρά, σημειώνει ότι η κατάσταση των ευρωπαϊκών τραπεζών και ασφαλιστικών εταιριών που είναι σήμερα εκτεθειμένες στο ελληνικό χρέος είναι πολύ πιο υγιής σε όρους κεφαλαιακής δομής σε σχέση με αυτή των αμερικανικών και ιαπωνικών τραπεζών στα τέλη της δεκαετίας του 1980.