Την άμεση παρέμβαση των υπουργών Οικονομικών Γ. Στουρνάρα και Δικαιοσύνης Α. Ρουπακιώτη, προκειμένου να επιλυθεί το τεράστιο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν χιλιάδες επιχειρήσεις σε ό,τι αφορά στην είσπραξη και την απόδοση του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας ζητά με επιστολή του ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ Κ. Μίχαλος.
Στην επιστολή σημειώνεται ότι το τελευταίο διάστημα το ΕΒΕΑ έχει γίνει αποδέκτης αιτημάτων από χιλιάδες επιχειρήσεις – μέλη του που αφορούν την άμεση τροποποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας για την είσπραξη και απόδοση του ΦΠΑ.
Σύμφωνα με το άρθρο 3 του νόμου 3943/2011, η μη απόδοση ΦΠΑ αποτελεί υπεξαίρεση και τιμωρείται με βαρύτατα χρηματικά πρόστιμα και ποινικές κυρώσεις.
Αναλυτικά αναφέρεται ότι: "Στην εξαιρετικά δύσκολη οικονομική συγκυρία που διέρχεται τα τελευταία χρόνια η αγορά, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν νέα μέτρα που θα προστατεύουν την υγιή επιχειρηματικότητα και παράλληλα θα μειώνουν τη φοροδιαφυγή στο ΦΠΑ, που στερεί ετήσια έσοδα 8 έως 10 δισ. ευρώ από τα δημόσια ταμεία.
Σήμερα τεράστιος είναι ο αριθμός των επιχειρήσεων που καλούνται να αποδώσουν ΦΠΑ, τον οποίο δεν έχουν εισπράξει, καθώς σχεδόν στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι συναλλαγές πραγματοποιούνται επί πιστώσει ή με επιταγές.
Αντιβαίνει ακόμη και την κοινή λογική, πόσο μάλλον το αίσθημα δικαίου, να διώκεται ποινικά ένας επιχειρηματίας που δεν έχει αποδώσει ΦΠΑ τον οποίο ουδέποτε εισέπραξε. Η κυβέρνηση οφείλει να προβεί στην τροποποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας, προωθώντας ρύθμιση η οποία να προβλέπει την κατάργηση των κυρώσεων προς τους επιχειρηματίες που αποδεδειγμένα δεν έχουν εισπράξει τον ΦΠΑ που το κράτος τους καλεί να καταβάλλουν.
Παράλληλα, θα πρέπει να υπάρξουν ρυθμίσεις, όπως για παράδειγμα να δίνεται η δυνατότητα στον μέτοχο κάποιας εταιρείας να μπορεί να πληρώσει οφειλή ΦΠΑ κατά το ποσοστό συμμετοχής του στην εταιρεία. Σήμερα, αν το 80% δεν θέλει ή δεν δύναται να πληρώσει ΦΠΑ συμπαρασύρει και το 20% που μπορεί να θέλει να κλείσει την υπόθεση κατά το ποσοστό συμμετοχής του. Όμως, οι ισχύουσες διατάξεις δεν επιτρέπουν κάτι τέτοιο, μικρομέτοχοι διώκονται για το σύνολο της οφειλής και, παράλληλα, το Δημόσιο χάνει έσοδα.
Πρωτίστως, βεβαίως, θα πρέπει να αποφασιστεί η μείωση όλων των συντελεστών ΦΠΑ, όπως και η μετάταξη στον χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ των βασικών ειδών διαβίωσης, όπως επίσης και των αγαθών και υπηρεσιών που συνιστούν πυλώνες της στρατηγικής ανάπτυξης της χώρας μας δηλαδή τουριστικές υπηρεσίες, αγροτικά προϊόντα μεσογειακής διατροφής, υπηρεσίες και προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας κ.λπ.
Τέλος, το Δημόσιο θα πρέπει να δώσει πρώτο το καλό παράδειγμα προβαίνοντας σε συμψηφισμό των οφειλών του (επιστροφή ΦΠΑ κ.λπ.) προς τις επιχειρήσεις. Δεν μπορεί το κράτος να θεωρεί υπεξαίρεση και να τιμωρεί βαρύτατα τις επιχειρήσεις που δεν καταβάλλουν ΦΠΑ αλλά να αθωώνει τον εαυτό του όταν δεν επιστρέφει ΦΠΑ που οφείλει προς αυτές. Εκτός από οικονομικό, αποτελεί και ηθικό ζήτημα να μπει τέλος στον παραλογισμό αυτό».
Σύμφωνα με το άρθρο 3 του νόμου 3943/2011, η μη απόδοση ΦΠΑ αποτελεί υπεξαίρεση και τιμωρείται με βαρύτατα χρηματικά πρόστιμα και ποινικές κυρώσεις.
Αναλυτικά αναφέρεται ότι: "Στην εξαιρετικά δύσκολη οικονομική συγκυρία που διέρχεται τα τελευταία χρόνια η αγορά, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν νέα μέτρα που θα προστατεύουν την υγιή επιχειρηματικότητα και παράλληλα θα μειώνουν τη φοροδιαφυγή στο ΦΠΑ, που στερεί ετήσια έσοδα 8 έως 10 δισ. ευρώ από τα δημόσια ταμεία.
Σήμερα τεράστιος είναι ο αριθμός των επιχειρήσεων που καλούνται να αποδώσουν ΦΠΑ, τον οποίο δεν έχουν εισπράξει, καθώς σχεδόν στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι συναλλαγές πραγματοποιούνται επί πιστώσει ή με επιταγές.
Αντιβαίνει ακόμη και την κοινή λογική, πόσο μάλλον το αίσθημα δικαίου, να διώκεται ποινικά ένας επιχειρηματίας που δεν έχει αποδώσει ΦΠΑ τον οποίο ουδέποτε εισέπραξε. Η κυβέρνηση οφείλει να προβεί στην τροποποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας, προωθώντας ρύθμιση η οποία να προβλέπει την κατάργηση των κυρώσεων προς τους επιχειρηματίες που αποδεδειγμένα δεν έχουν εισπράξει τον ΦΠΑ που το κράτος τους καλεί να καταβάλλουν.
Παράλληλα, θα πρέπει να υπάρξουν ρυθμίσεις, όπως για παράδειγμα να δίνεται η δυνατότητα στον μέτοχο κάποιας εταιρείας να μπορεί να πληρώσει οφειλή ΦΠΑ κατά το ποσοστό συμμετοχής του στην εταιρεία. Σήμερα, αν το 80% δεν θέλει ή δεν δύναται να πληρώσει ΦΠΑ συμπαρασύρει και το 20% που μπορεί να θέλει να κλείσει την υπόθεση κατά το ποσοστό συμμετοχής του. Όμως, οι ισχύουσες διατάξεις δεν επιτρέπουν κάτι τέτοιο, μικρομέτοχοι διώκονται για το σύνολο της οφειλής και, παράλληλα, το Δημόσιο χάνει έσοδα.
Πρωτίστως, βεβαίως, θα πρέπει να αποφασιστεί η μείωση όλων των συντελεστών ΦΠΑ, όπως και η μετάταξη στον χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ των βασικών ειδών διαβίωσης, όπως επίσης και των αγαθών και υπηρεσιών που συνιστούν πυλώνες της στρατηγικής ανάπτυξης της χώρας μας δηλαδή τουριστικές υπηρεσίες, αγροτικά προϊόντα μεσογειακής διατροφής, υπηρεσίες και προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας κ.λπ.
Τέλος, το Δημόσιο θα πρέπει να δώσει πρώτο το καλό παράδειγμα προβαίνοντας σε συμψηφισμό των οφειλών του (επιστροφή ΦΠΑ κ.λπ.) προς τις επιχειρήσεις. Δεν μπορεί το κράτος να θεωρεί υπεξαίρεση και να τιμωρεί βαρύτατα τις επιχειρήσεις που δεν καταβάλλουν ΦΠΑ αλλά να αθωώνει τον εαυτό του όταν δεν επιστρέφει ΦΠΑ που οφείλει προς αυτές. Εκτός από οικονομικό, αποτελεί και ηθικό ζήτημα να μπει τέλος στον παραλογισμό αυτό».