Τα έκτακτα μέτρα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, όπως αυτά που αφορούν στη χορήγηση ρευστότητας στις τράπεζες της Ευρωζώνης, μπορούν να εφαρμόζονται ανεξάρτητα από το ύψος των επιτοκίων της ΕΚΤ, δήλωσε ο πρόεδρός της, κ. Ζαν Κλοντ Τρισέ, σε συνέντευξη που παραχώρησε σε δύο φινλανδικές εφημερίδες.
«Από την αρχή της χρηματοπιστωτικής αναταραχής, θεσπίσαμε την αρχή του αυστηρού διαχωρισμού μεταξύ των κλασικών μέτρων (standard measures), δηλαδή των επιτοκίων, τα οποία αποσκοπούν στη σταθερότητα των τιμών, και των έκτακτων μέτρων (non- standard measures), τα οποία αποβλέπουν στην αποκατάσταση μίας καλύτερης μετάδοσης της νομισματικής μας πολιτικής, λαμβάνοντας υπόψη τη μη ομαλή λειτουργία ορισμένων αγορών», είπε ο κ. Τρισέ.
Απαντώντας στο ερώτημα, αν τα έκτακτα μέτρα μπορεί να συνυπάρχουν με οποιοδήποτε επίπεδο επιτοκίων, ο επικεφαλής της ΕΚΤ είπε: «Ναι, πραγματικά, η «αρχή του διαχωρισμού» που εφαρμόζουμε, μας επιτρέπει να έχουμε πάντοτε το σωστό επίπεδο των επιτοκίων, ακόμη και όταν οι αγορές δεν λειτουργούν ακόμη τέλεια. Όπως είπα, διαμορφώσαμε τα επιτόκια στο σωστό επίπεδο για να επιτύχουμε τη σταθερότητα των τιμών.
Αυτό είναι ανεξάρτητο από τις αποφάσεις που παίρνουμε όσον αφορά τα έκτακτα μέτρα, τα οποία πρέπει να είναι ανάλογα με την κατάσταση που υπάρχει στις αγορές και την ανάγκη για μία κατάλληλη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής.
Είδαμε ένα παράδειγμα την Άνοιξη. Μετά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ το Μάρτιο, προαναγγείλαμε ότι υπάρχει η πιθανότητα αύξησης των επιτοκίων. Ταυτόχρονα, αποφασίσαμε να διατηρήσουμε τα έκτακτα μέτρα για το δεύτερο τρίμηνο του έτους, ιδιαίτερα την
πολιτική της χωρίς όριο και με σταθερό επιτόκιο παροχής ρευστότητας με μία διάρκεια τριών μηνών.
Τα έκτακτα μέτρα είναι προσωρινά από τη φύση τους. Δεν φαντάζομαι ότι θα τα έχουμε μόνιμα, επειδή αυτό θα είχε σημασία μόνο σε μία μόνιμη κατάσταση δυσλειτουργίας των αγορών, που δεν είναι φυσικά η υπόθεση εργασίας μας».
Ο κ. Τρισέ επανέλαβε τη θέση του κατά την αναδιάρθρωσης του χρέους της Ελλάδας, όταν ρωτήθηκε σχετικά: «Υπάρχει ένα σημαντικό πρόγραμμα προσαρμογής, το οποίο υιοθετήθηκε από την ελληνική Κυβέρνηση για να μεταρρυθμίσει τις δημοσιονομικές και διαρθρωτικές της πολιτικές. Αυτό το πρόγραμμα εγκρίθηκε από το ΔΝΤ, τη διεθνή κοινότητα και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συνεργασία με την ΕΚΤ. Αυτό το πρόγραμμα εφαρμόζεται», δήλωσε ο κεντρικός τραπεζίτης. Ερωτηθείς για το αν
υπάρχει ποσοτικό ή χρονικό όριο για την επαναγορά ομολόγων στη δευτερογενή αγορά από την ΕΚΤ, ο κ. Τρισέ αρνήθηκε να απαντήσει, αλλά τόνισε ότι και αυτό είναι ένα έκτακτο μέτρο.
Όσον αφορά τον κίνδυνο του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη, ο κ.Τρισέ είπε ότι δεν έχουν υπάρξει σημαντικές δευτερογενείς επιπτώσεις από την αύξηση των τιμών των πρώτων υλών στην Ευρωζώνη. «Έχουμε κινδύνους δευτερογενών επιπτώσεων εδώ και εκεί. Πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση, ώστε να μην υλοποιηθούν. Επί του παρόντος, δεν βλέπω καμία σημαντική υλοποίηση δευτερογενών επιπτώσεων και δεν βλέπω αποσταθεροποίηση των πληθωριστικών προσδοκιών. Αλλά, δεν είναι ο χρόνος για εφησυχασμό. Πρέπει να είμαστε πάντα σε εγρήγορση για να αποφύγουμε αυτούς τους κινδύνους», είπε ο κεντρικός τραπεζίτης.
«Από την αρχή της χρηματοπιστωτικής αναταραχής, θεσπίσαμε την αρχή του αυστηρού διαχωρισμού μεταξύ των κλασικών μέτρων (standard measures), δηλαδή των επιτοκίων, τα οποία αποσκοπούν στη σταθερότητα των τιμών, και των έκτακτων μέτρων (non- standard measures), τα οποία αποβλέπουν στην αποκατάσταση μίας καλύτερης μετάδοσης της νομισματικής μας πολιτικής, λαμβάνοντας υπόψη τη μη ομαλή λειτουργία ορισμένων αγορών», είπε ο κ. Τρισέ.
Απαντώντας στο ερώτημα, αν τα έκτακτα μέτρα μπορεί να συνυπάρχουν με οποιοδήποτε επίπεδο επιτοκίων, ο επικεφαλής της ΕΚΤ είπε: «Ναι, πραγματικά, η «αρχή του διαχωρισμού» που εφαρμόζουμε, μας επιτρέπει να έχουμε πάντοτε το σωστό επίπεδο των επιτοκίων, ακόμη και όταν οι αγορές δεν λειτουργούν ακόμη τέλεια. Όπως είπα, διαμορφώσαμε τα επιτόκια στο σωστό επίπεδο για να επιτύχουμε τη σταθερότητα των τιμών.
Αυτό είναι ανεξάρτητο από τις αποφάσεις που παίρνουμε όσον αφορά τα έκτακτα μέτρα, τα οποία πρέπει να είναι ανάλογα με την κατάσταση που υπάρχει στις αγορές και την ανάγκη για μία κατάλληλη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής.
Είδαμε ένα παράδειγμα την Άνοιξη. Μετά τη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ το Μάρτιο, προαναγγείλαμε ότι υπάρχει η πιθανότητα αύξησης των επιτοκίων. Ταυτόχρονα, αποφασίσαμε να διατηρήσουμε τα έκτακτα μέτρα για το δεύτερο τρίμηνο του έτους, ιδιαίτερα την
πολιτική της χωρίς όριο και με σταθερό επιτόκιο παροχής ρευστότητας με μία διάρκεια τριών μηνών.
Τα έκτακτα μέτρα είναι προσωρινά από τη φύση τους. Δεν φαντάζομαι ότι θα τα έχουμε μόνιμα, επειδή αυτό θα είχε σημασία μόνο σε μία μόνιμη κατάσταση δυσλειτουργίας των αγορών, που δεν είναι φυσικά η υπόθεση εργασίας μας».
Ο κ. Τρισέ επανέλαβε τη θέση του κατά την αναδιάρθρωσης του χρέους της Ελλάδας, όταν ρωτήθηκε σχετικά: «Υπάρχει ένα σημαντικό πρόγραμμα προσαρμογής, το οποίο υιοθετήθηκε από την ελληνική Κυβέρνηση για να μεταρρυθμίσει τις δημοσιονομικές και διαρθρωτικές της πολιτικές. Αυτό το πρόγραμμα εγκρίθηκε από το ΔΝΤ, τη διεθνή κοινότητα και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε συνεργασία με την ΕΚΤ. Αυτό το πρόγραμμα εφαρμόζεται», δήλωσε ο κεντρικός τραπεζίτης. Ερωτηθείς για το αν
υπάρχει ποσοτικό ή χρονικό όριο για την επαναγορά ομολόγων στη δευτερογενή αγορά από την ΕΚΤ, ο κ. Τρισέ αρνήθηκε να απαντήσει, αλλά τόνισε ότι και αυτό είναι ένα έκτακτο μέτρο.
Όσον αφορά τον κίνδυνο του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη, ο κ.Τρισέ είπε ότι δεν έχουν υπάρξει σημαντικές δευτερογενείς επιπτώσεις από την αύξηση των τιμών των πρώτων υλών στην Ευρωζώνη. «Έχουμε κινδύνους δευτερογενών επιπτώσεων εδώ και εκεί. Πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση, ώστε να μην υλοποιηθούν. Επί του παρόντος, δεν βλέπω καμία σημαντική υλοποίηση δευτερογενών επιπτώσεων και δεν βλέπω αποσταθεροποίηση των πληθωριστικών προσδοκιών. Αλλά, δεν είναι ο χρόνος για εφησυχασμό. Πρέπει να είμαστε πάντα σε εγρήγορση για να αποφύγουμε αυτούς τους κινδύνους», είπε ο κεντρικός τραπεζίτης.